Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

μῆνες ἐμβόλιμοι

См. также в других словарях:

  • ημερολόγιο — Σύστημα μέτρησης του χρόνου σε ορισμένες περιόδους (έτη, μήνες, εβδομάδες και ημέρες). Η αρχή των αρχαιότερων συστημάτων για τον υπολογισμό του χρόνου συνδέεται, σύμφωνα με τις πιο έγκυρες γνώμες, με την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας …   Dictionary of Greek

  • Μέτων — (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος αστρονόμος, γεωμέτρης και μηχανικός. Ήταν ο εισηγητής της περίφημης μεταρρύθμισης του ελληνικού ημερολόγιου (433 π.Χ.) που βασιζόταν σε έναν σεληνοηλιακό κύκλο 19 ετών (εννεακαιδεκαετηρίδα). Ξεκινώντας από τη διαπίστωση… …   Dictionary of Greek

  • EMBOLIS — et Embolum, Graecis Ε᾿μβολισμὸς, additio, additamentum; proprie quod Epistolae iam scriptae additur, vel quod extra praecipuum eius argumentum ad calcem reicitur, in Ep. Pauli Pontif. ad Pipin. Regem Chartam insertitiam vocant Centuriatores… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»